Είναι το πρώτο ελληνικό περιοδικό που εκδίδεται στη Σμύρνη από αμερικανούς ιεραποστόλους, μέλη της ομάδας ABFCM (American Board of Commissioners for foreign Mission / Αμερικανικό Συμβούλιο Επιτετραμμένων για Εξωτερικές Αποστολές). Το ABFCM που έδρασε με ένταση στο βαλκανικό χώρο τον 19ο αιώνα δεν υπήρξε ποτέ κρατική οργάνωση, εντούτοις εξέφραζε και υλοποιούσε ιδεολογικά αιτήματα της αμερικανικής κοινωνίας της εποχής, όπως αυτό της διάδοσης της γνώσης και των αμερικανικών δημοκρατικών αρχών σε όλη την ανθρωπότητα. Ο περιοδικός Τύπος στάθηκε ένα άριστο όργανο για τη διάδοση των σχεδίων τους, καθώς θεωρούσαν ότι περνούν «απαρατήρητοι», προπαγανδίζοντας τις ιδέες τους μέσω του Τύπου, ενώ η εκπαιδευτική δραστηριότητα εγείρει υποψίες και προκαλεί αντιδράσεις. Στην περίπτωσή τους εξάλλου η προτεσταντική παράδοση του Τύπου συνδυάζεται με την προσήλωση που επιδεικνύουν οι Αμερικανοί στη γραφή και στο φαινόμενο που χαρακτηρίστηκε «τυπογραφική νοοτροπία» και διαπερνά την κοινωνική και πολιτική τους ζωή. Όλα αυτά μαζί αποτελούν ένα κράμα που οδηγούν στη μεγάλη εκδοτική δραστηριότητα των προτεσταντών. Μία έκφανση αυτής αποτελεί και η έκδοση της Αποθήκης των ωφελίμων γνώσεων στην απλή δημοτική.
Η ανωνυμία του εκδότη βρίσκεται σε αρμονία με το ιεραποστολικό πνεύμα. Η αίσθηση της κοινής, συλλογικής δουλειάς για έναν ιδεολογικό σκοπό αλλά και το εχθρικό κλίμα που επικρατούσε στη Σμύρνη κατά των ιεραποστόλων, καθιστούσαν αναγκαίες αυτές τις διαδικασίες απόκρυψης. Ο Νικόλαος Πετροκόκκινος, που κρύβεται πίσω από τα αρχικά «Ν.Π.Π.», αποτελούσε έναν πολύτιμο βοηθό, δεν ήταν όμως ο αληθινός εκδότης του περιοδικού. Γόνος πάλαι πότε κραταιάς εμπορικής χιακής οικογένειας, με λόγιες καταβολές και σπουδές στο Amherst College της Μασσαχουσέτης, ο Ν. Πετροκόκκινος «υποβοηθά» όπως σημειώνουν οι ίδιοι οι ιεραπόστολοι στο Missionary Herald και τις ετήσιες αναφορές του αμερικανικού συμβουλίου, του Νεοεγγλέζου Daniel Temple, απόφοιτο του Dartmouth College και υπεύθυνο για τον Τύπο στη Σμύρνη.
Η έκδοση της Αποθήκης υπήρξε καρπός μιας μακράς κυοφορίας. Ήδη από τις αρχές του 1820 συζητείται σε προτεσταντικούς κύκλους η πιθανότητα κυκλοφόρησης ενός περιοδικού στα νέα ελληνικά, ενός οργάνου για τη διάδοση των ιδεών τους σε ευρύτερα στρώματα το οποίο θα ασκούσε αποφασιστική επίδραση στη διαμόρφωση των συνειδήσεων. Σχετικά με τη σκέψη αυτή υπάρχει αλληλογραφία του Ν. Βάμβα με τον αιδεσιμότατο J. Williamson, στην οποία ο ιεραπόστολος ζητά τη συμβουλή του Βάμβα για την ύλη του περιοδικού. Τα στοιχεία αυτά είναι απαραίτητα να επισημανθούν, για να γίνει κατανοητή η θεματική και η όλη πολιτική του, που αποτελούν απόρροια της συνεχούς συνάφειας του προτεσταντικού με τον διαφωτιστικό λόγο. Η θεματολογία που επιλέγεται, υπακούει στο καθορισμένο πλαίσιο του εγκυκλοπαιδικού περιοδικού της εποχής, ενώ εντάσσεται σε ένα γενικότερο διευρωπαϊκό και αμερικανικό κίνημα που γέννησε την κατηγορία των «περιοδικών της γνώσης» (Knowledge magazines). Η μεταρρύθμιση, η εκπαίδευση, η υπεροχή της Ευρώπης, το θέατρο, η φύση και τα φυσικά φαινόμενα, οι κοινωνικές αλλαγές και η ιατρική αποτελούν μερικούς από τους θεματικούς άξονες του νέου εντύπου, η πρωτοτυπία του οποίου δεν έγκειται τόσο στην επιλογή των θεμάτων, όσο στην οπτική γωνία μέσα από την οποία τα χειρίζεται και στα νέα κοινωνικά στρώματα που αυτό αντιπροσωπεύει.
Ως συνεργάτες αναφέρονται οι Ν. Βάμβας, Καλλίνικος Κρεατσούλης, 1. Ισιδωρίδης Σκυλίτσης, Σοφιανόπουλος, Χρ. Νικολαιδης. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί η έκδοση της Αποθήκης στα αρμενικά. Τα δύο περιοδικά έχουν κοινή ύλη, εφόσον αποτελούν μεταφράσεις ενός κοινού προτύπου. Αναφέρεται ως πιθανή η έκδοση του περιοδικού και στα βουλγαρικά. Το αρμενικό περιοδικό συνεχίζει την έκδοσή του ως το 1854 και έχει περισσότερα θρησκευτικά θέματα από την ελληνική έκδοση, καθώς αυτό αποτελεί απαίτηση του αρμενικού αναγνωστικού κοινού. Ο επιφανής γλωσσολόγος, αμερικανός ιεραπόστολος Ε. Riggs φέρεται να έχει την υψηλή ευθύνη και των δύο περιοδικών Είχε την ευθύνη του συνόλου των περιοδικών σε όλες τις γλώσσες που εξέδιδαν μισσιονάριοι. Τέλειος γνώστης των ελληνικών, αρμενικών και βουλγαρικών, μελετητής των νεκρών γλωσσών της Μ. Ανατολής (εβραϊκά, χαλδαϊκά, συριακά, κοπτικά), ένας πραγματικός διανοούμενος με συντρόφους τα βιβλία του, έχαιρε της εκτίμησης όλων των ιεραποστόλων. Η πολυμάθεια, η ανώτερη μόρφωσή του, η θέση του ως υπεύθυνου όλου του προτεσταντικού Τύπου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πρέπει με καίριο τρόπο να είχε συμβάλει στη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας του περιοδικού. Η επικοινωνία ανάμεσα στη Σμύρνη και στην Κωνσταντινούπολη, όπου κατοικεί ο Riggs, διεξάγεται με αγγλικό ατμόπλοιο. Προφανώς μέσω του αγγλικού ατμόπλοιου μεταφέρονται τα σχόλια και οι υποδείξεις του Riggs. Ο ιεραπόστολος David Temple στέλνει κάθε μήνα την Αποθήκη στους Riggs και W. Goodell.
Οι διάφορες απόψεις που έχουν κατά καιρούς υποστηριχτεί για τις πρωτοτυπίες του περιοδικού και τις καινοτομίες που αυτό εισήγαγε, εστιάζονται στα σχήματα του περιοδικού ή στο ανώτερο επίπεδο των συνεργατών και την καλαίσθητη εικόνα της έκδοσης. Η σημαντικότητά του όμως δεν εστιάζεται στα επιφανειακά αυτά στοιχεία, αλλά στο χώρο της ιστορίας των συνειδήσεων, στα καινούρια κοινωνικά στρώματα που εκφράζει, στο πνεύμα της εκκοσμίκευσης και του απεκχριστιανισμού που προωθεί και στον τρόπο που, με τη συνδρομή και άλλων παραγόντων, δημιουργεί μια νέα τάση στην ιστορία όχι μόνο του Τύπου, αλλά των συνειδήσεων και αφήνει ένα ζωντανό ακόμη αποτύπωμα που φθάνει ως σήμερα.
ΠΑΥΛΙΝΑ ΝΑΣΙΟΥΤΖΙΚ , Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Τύπου, 1784-1974, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών/Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα 2008.